Tο σημείο αποχώρησης
Κάθε μέρα στην είσοδο της πολυκατοικίας μου βλέπω την ιδιοκτήτρια του 3ου ορόφου να συζητά με εκείνη του ισογείου. Την ώρα της κουβέντας, η πρώτη στέκεται όρθια έξω από την είσοδο ενώ η δεύτερη κάθεται στο μπαλκόνι της. Αυτό το τυπικό γεγονός δεν θα μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση αν δεν μιλούσαν κάθε φορά επί ώρες.
Στο σπίτι τους καθισμένες σε έναν καναπέ κατά πάσα πιθανότητα θα έλεγαν πολύ λιγότερα. Το γεγονός ότι μόνο στην είσοδο έχουν έμπνευση για συζήτηση συμβαίνει διότι εκεί είναι «το σημείο αποχώρησης», όπως το ονομάζω.
Όλοι έχουμε βρεθεί σε οίστρο για κουβέντα σε «σημεία αποχώρησης». Συνήθως συμβαίνει στην πόρτα λίγο πριν αποχαιρετήσουμε ένα φίλο ή μια φίλη. Εκεί μας έρχονται εμπνευσμένες ατάκες και ξεχασμένες σκέψεις που θέλαμε να μοιραστούμε εδώ και καιρό. Η πόρτα είναι το σημείο μηδέν. Το κομμάτι μεταξύ σπιτιού και δρόμου. Μεταξύ Τάξης και Χάους.
Σε εκείνο το σημείο ξέρουμε ότι ο άλλος φεύγει και δεν θα τον ξαναδούμε για κάποιο χρονικό διάστημα. Το διάστημα αυτό μπορεί να είναι μικρό ή μεγάλο, μπορεί να είναι και για πάντα. Στο «σημείο αποχώρησης» δημιουργείται η ανάγκη να μιλήσουμε διότι υποσυνείδητα ξέρουμε ότι μπορεί να μη μας δοθεί δεύτερη ευκαιρία.
Το Σύνταγμα σήμερα είναι ένα μαζικό «σημείο αποχώρησης». Είναι μια τάξη ή μια προσπάθεια για τάξη μέσα στη χαοτική καθημερινότητα όσων ανθρώπων περνούν από μέσα του. Η ανάγκη για πραγματική συνεννόηση μέσα στην κατακερματισμένη κοινωνία μας.
Στη τελική δεν έχει και τόση σημασία αν ο χώρος του Συντάγματος παραμείνει ακομμάτιστος αλλά αν θα καταφέρουμε να μεταλαμπαδεύσουμε το πνεύμα της διαπροσωπικής συνεννόησης που αρχικά γέννησε και στην υπόλοιπη χώρα. Δηλαδή, πάντα να μιλάμε στον διπλανό μας ελεύθερα, σαν να είναι η τελευταία φορά που τον βλέπουμε.